22/1/12

2.

Βέβαια, αστεία ήταν και η κατανάλωση αλεσμένης φακής στη μέση του Παρισιού, γιατί το πρώτο, άντε το δεύτερο πράγμα που σου 'ρχεται στο μυαλό περπατώντας το πρωί στους δρόμους, είναι μια μπαγκέτα λευκή και ζεστή κι ένας απ' τους - ανεκδιήγητους - καφέδες τους, δηλαδή κανένα όσπριο δε σου θυμίζει το Παρίσι και τίποτα στο Παρίσι δε σου θυμίζει όσπρια.
Μαζεύοντας τα απομεινάρια από το κουπάκι, ξέφευγαν κάτι φλουδίτσες με μήκος χιλιοστών, καφέ κι ακανόνιστες, που θα κολλούσαν μόλις ξεραίνονταν κι ίσως να μην ξεκολλούσαν ούτε μετά το πλυντήριο πιάτων. Δεν είχε πλυντήριο πιάτων στο σπίτι. Δεν είχε τίποτα στο παλιό σπίτι. Στο παλιόσπιτο.
Ακούμπησε το κουπάκι στο στρογγυλό τραπέζι και σηκώθηκε με τα χέρια στις τσέπες, πέρασε το δρόμο, μπήκε στο φούρνο μέσα από την πράσινη πόρτα.
"Καλημέρα, τρεις μπαγκέτες λευκές, παρακαλώ".
"Καλημέρα δεσποινίς. Αμέσως. Μα, έχετε οικογένεια και χρειάζεστε τρεις μπαγκέτες;"
"Δεν έχω οικογένεια. Αλλά σε λίγο θα έχω τρεις μπαγκέτες."