30/8/12

51.


Μια βδομάδα μετά, είχαμε πιεί όλο το ζαχαρούχο γάλα 
με καφέ φίλτρου βαρύ.

Ένα κουταλάκι σε κάθε κούπα, για να μην 
κακομαθαίνουν τα κύτταρα.  

Ο Ματιέ, μόλις τελειώναμε κάθε κανάτα,
άνοιγε το καπάκι της κι έχωνε μέσα το πηγούνι του,
μέχρι τη μύτη, εισπνέοντας τις καμμένες σταγόνες 
του ζεστού γυάλινου πάτου. 

Μετά περπατούσε από την κουζίνα στο χωλ,
ανάμεσα στα πεσμένα σεντόνια και
τις διαλυμένες κουβαρίστρες,
έφτανε στο πικάπ κι άλλαζε δίσκο, ό,τι κι αν ακούγαμε,
σ' όποιο σημείο κι αν βρισκόταν.

"Το 'χω δει σε μια ταινία".

"Δεν το 'χω δει πουθενά".

"Σήκω, θα σε μάθω να χορεύεις πόλκα".

Αν ανέβαινες στην οροφή κι εντόπιζες το ποτάμι,
είχε ξεχειλίσει γάλα, σε όχθες από κυβάκια ζάχαρης. 



21/8/12

50.

Δυο μέρες τώρα εξατμίζονται οι πέτρες στους δρόμους.
Φεύγουν όλοι, πηγαίνουν εκδρομές στα γύρω δάση, 
γυρίζουν πίσω αργά το απόγευμα,
με σημάδια από βατόμουρα.

"Μαύρισες στο κούτελο".

Μαύρισα, σταυροπόδι στο Pont Saint-Michel, 
με το κεφάλι προς τα πάνω και
κλειστά τα μάτια. 
Κάθε πρωί, 12 με 2, για δέκα μέρες περίπου.
Σχεδόν, συνταγή γιατρού.

Μετά αμυγδαλίτιδα, κομμένα τα τσιγάρα, οι καφέδες, οι γρανίτες,
κομμένες οι κοφτές αναπνοές.

"Και να μην ξαπλώνετε ανάσκελα, σας ζορίζει στην αναπνοή,
να μην κοιτάτε προς τα πάνω, το ταβάνι δε χρειάζεται παρέα".

Κυνικός γιατρός, το αγαπημένο μου.  
Διάβαζε James Joyce, βρισκόταν στο κεφάλαιο "Oxen of the sun", 
όταν μπήκα μέσα.

Ο καθηγητής έχει πάει διακοπές στη Χώρα των Βάσκων. 
Ενδιαφέρθηκε αρκετά για το λαιμό μου.
Ίσως νόμιζε ότι, πάνω στην απελπισία της αφωνίας μου,
θα τον έκοβα.
Έτσι είναι αυτός, των ριζικών λύσεων. 

"Μαύρισες στο κούτελο".

Τον κοίταξα περίεργα. Είχε πάρει το τελευταίο κουτί με ζαχαρούχο γάλα απ' το ράφι.
Ποιός να 'ταν τώρα αυτός και τί να 'θελε το ζαχαρούχο γάλα.

"Το καλοκαίρι στο Παρίσι μαυρίζει, παρά τα αντίθετα υποστηριζόμενα".
"Κανένας δεν κάθισε όσο εσείς στον ήλιο, δε βολεύουν οι γέφυρες
το μέσο κάτοικο της πόλης".
"Με παρακολουθείτε;"
"Σας παρατήρησα κάποια στιγμή που χοροπηδούσατε πάνω στις πέτρες του δρόμου, που προσπαθούσαν να βουτήξουν στο Σηκουάνα. Γιατί φοβάστε το νερό;"
"Γιατί με εξατμίζει".


 


11/8/12

49.

Η Α μου έφερε ένα koi.
Σε μια σακούλα διαφανή, ασφυκτιούσα απ' το γκρι. 
Το έβαλα σε μια μεγάλη γαβάθα για τη σαλάτα.

Αν του πάρω ενυδρείο, 
σε μισή βδομάδα θα είναι μισό ψάρι, μισό γυαλί. 
 

8/8/12

48.


Ξεκινάς με "ρε", κανονική, όχι ύφεση ή δίεση.
Σε "ρε" μείζονα;
Μπα. 
"Ρε", σκέτο. "D", που λένε.
Δε θυμάμαι τις συγχορδίες, pardonnez-moi. 
Αλλά προτιμώ δέκα χιλιάδες νότες από δέκα χιλιάδες λέξεις.  
Δέκα χιλιάδες μαλακά χτυπήματα πατούσας στο ξύλινο πάτωμα
των ωδείων 
που μυρίζουν ξύλο κερασιάς. 

6/8/12

47.

 
- Can you write me down ten thousand words?
- What would that be for?
- Pick something you like or you despise and give it a chance to expand itself.
- What, in ten thousand words, can't it expand a little less?
- Oh, come on, M, I know you can do this.
- No, I can't, I seriously can't at this moment, I'm supposed to be on holiday and all I do is watch the weather on the tv, grab my umbrella and move around the arrondissements, like a cat trying to find her way home.
- Why "her"?
- It's a cat, it's always a "her".
- Ok, "she", then, is getting wet while you're moving from Pond to Pond, so you'd better lock up yourself at home and write something. 
- It's not going to be ten thousand words. I've almost lived ten thousand days.
- That makes it easier. Pick a word for each day.
- I already have a word for each day: Daffodil.
- And that's for every single day?
- Yeap.
- Why?
- I' d name my band after that word. That's if I had one, of course.


2/8/12

46.


Αυτό που έβλεπες δεν ήταν ουρανός.
Ήταν ηλεκτρόνια που άλλαζαν απότομα υποστιβάδα και ξεχνούσαν
για νανοδευτερόλεπτα
το παραμύθι στο οποίο είχαν ενταχθεί αυτοβούλως.