13/12/12

54.

Ο μπαμπάς ήθελε να σπουδάσουμε. 
Ο μπαμπάς δεν πίστευε στη λογική "θα σε στείλω στα καλύτερα σχολεία". Γιατί όταν ήταν μικρός άκουγε Creedence Clearwater Revival.
Στο μπαμπά δεν αρέσει το Παρίσι. Μόνο η περιοχή με τα Grands Magasins. 
Επίσης, του αρέσει το λεωφορείο που σε πηγαινοφέρνει στο αεροδρόμιο. Αυτό που παρκάρει έξω από την Opera Garnier.

Η όπερα μου θυμίζει φυτική σαντιγύ, αυτή στο στρογγυλό χαριτωμένο κουτί.

Στο μπαμπά θυμίζει ότι πρέπει να φύγει από το Παρίσι και να γυρίσει στην Ελλάδα. 

Ο μπαμπάς έχει να έρθει στο Παρίσι απ' όταν του είπα ότι θέλω να βουλιάξει το εργαστήριο. Ίσως λυπάται για τις μπουρμπουλήθρες
που θα βγάζουν οι φυγόκεντροι δίπλα από τις όχθες.

Ο μπαμπάς θα είναι πάντα πενήντα τεσσάρων ετών. 

Βρήκα στο χαλί της εισόδου δυο φτερά καφετιά, τα άγγιξα προσεκτικά, τραχιά ήταν, δέκα εκατοστά το ένα, οκτώ το άλλο, 
κάποιος τα είχε τοποθετήσει χιαστί, είχε πολλή όρεξη ή πολύ χρόνο ή και τα δύο, είχε πάντως κάτι που εγώ δεν είχα. 

Ο μπαμπάς ήθελε να μάθουμε εξισώσεις. Κι ακόμα θέλει. 
(Βαριόμασταν, κι εγώ κι ο αδερφός μου. Βλέπαμε μπάσκετ στην τηλεόραση. Ούτε μπάσκετ μάθαμε, βέβαια.
Α, βλέπαμε και CNN. Τότε, στον πόλεμο της Σερβίας.
Αγγλικά μάθαμε, όμως.)

Ο μπαμπάς με πήρε τηλέφωνο την επόμενη που βρήκα τα φτερά στην είσοδο του σπιτιού. Πήγαινα στο εργαστήριο, να βρω τον καθηγητή, 
να συζητήσουμε για την πορεία της εργασίας και τον καιρό.
"Θέλεις ακόμα να βουλιάξει το εργαστήριο;"
"Ο καθηγητής μου φαίνεται ότι είναι Cylon."
"Ορίστε;"
"Θα το βουλιάξει μόνος του."
"Κλείσε εισιτήρια να έρθεις για τις διακοπές."
"Θα κλείσω. Με την Kinsky Assasin Airways."
"Δε μπορώ να σε παρακολουθήσω, παιδί μου."

Ο Ματιέ γύρισε από τη δουλειά εκείνο το βράδυ (το δικό του πανεπιστήμιο είναι στην άλλη άκρη της πόλης) με μια κόκκινη μύτη κλόουν, στερεωμένη πάνω του μ' ένα τυραννικά λεπτό λαστιχάκι. 
Την είχε βρει πάνω σ' ένα άγαλμα, στο Pont Alexandre III. 

"Σκαρφάλωσες ως τη μύτη του αγάλματος;"
"Ήταν ένα αγγελάκι με κλειστό το στόμα. 
Αν δεν του έβγαζα την κόκκινη μπάλα, θα πνιγόταν."